Από
μικρή είχε ένα μεγάλο όνειρο......
Όταν θα ερχόταν η ώρα, θα ήθελε ν’ αφήσει το
χωριό της και να παντρευτεί στην Αθήνα.΄Ετσι είχαν κάνει πολλές συμπατριώτισσές
της...έτσι είχε κάνει και η αμέσως
μεγαλύτερη αδελφή της (η ακόμα μεγαλύτερη είχε ήδη παντρευτεί στο χωριό....ήταν ένας
απλός, άγιος άνθρωπος, χωρίς ιδιαίτερες φιλοδοξίες όσον αφορά την αποκατάστασή
της).
Έβλεπε
λοιπόν τις «Αθηναίες» να έρχονται στο χωριό,
σε γιορτές και καλοκαιρινές διακοπές, με τους κοστουμαρισμένους συζύγους
και τα αφράτα αρχοντόπαιδά τους, ντυμένες με τα ταγιεράκια τους και στολισμένες με τα κοσμήματά τους (μερικές
φορούσαν ακόμα και καπέλο με...βέλο) να φιγουράρουν στην εκκλησία το πρωί και
το βραδάκι στα καφενεία του χωριού να τρώνε γλυκά του κουταλιού αυτές.....και
«υποβρύχιο» τα αρχοντόπαιδα (οι κοστουμαρισμένοι φυσικά το τοπικό τσίπουρο).
Υπήρξε
εξαιρετικά όμορφη και πάντα επεσκίαζε τις δύο μεγαλύτερες αδελφές της με
αποτέλεσμα να μην της επιτρέπουν να τις συνοδεύει στις εξόδους τους για να μη
γίνονται οδυνηρές...συγκρίσεις (το «δεύτερο» εμπόρευμα έπρεπε να φεύγει
πρώτο.....η μικρότερη είχε καιρό).
Όταν
λοιπόν η κακομοιρούλα στολιζόταν για να ακολουθήσει τις μεγαλύτερες στη βόλτα,
η μάνα της και η γιαγιά της (και σίγουρα και οι μεγαλύτερες υποψήφιες...) την
απόπαιρναν και της έλεγαν «κάτω εσύ τα....τσατσάρια» (δηλ. εσύ μη
χτενίζεσαι....δεν έχει έξοδο για σένα).
Προξενιά
είχε πάρα πολλά, αλλά τί να το κάνεις ?????.....Οι περισσότεροι υποψήφιοι ήσαν
ή τσοπάνηδες ή γεωργοί. Και δεν μπορούσε επ’ ουδενί να φανταστεί τον εαυτό της
με χωριάτικα μισοφόρια (πιθανόν και κάνα...τσεμπέρι), να ετοιμάζει προσφάγια
(κολατσιό) μέσα σε υφαντά ταγάρια, να μαζεύει ελιές...φακές... ρόβη και λαθούρια
μαζί με το γεωργό ή ν’ αρμέγει πρόβατα
και να κάνει φορμαέλες και ...ψιμοτύρια μαζί με τον τσοπάνο.
Εκτός
αυτού πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν και το γεγονός ότι εκτός από όμορφη ήταν κομψή
και καλλιεργημένη. Και παρ΄όλο που
πολλές φορές ντυνόταν με τα ρούχα των μεγαλύτερων αδελφών της, περπατούσε
και....φυσούσε. Είχε λοιπόν και κάποια προξενιά αξιόλογου επιπέδου, αλλά επειδή οι υποψήφιοι είχαν την ηλικία του
πατέρα της....ή είχαν κάποιο βεβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό....απορρίπτονταν.
Έτσι
λοιπόν δεν έχανε ευκαιρία να κατεβαίνει στην Αθήνα, στην παντρεμένη αδελφή της,
τάχα να τη βοηθήσει με τα μωρά και με
την τρελλή προσδοκία να βρει τον γαμπρό των ονείρων της.
Και
φυσικά η ευκαιρία δεν άργησε να βρεθεί. Στην αρχή τη διπλάρωσαν κάποιοι γαμπροί
Αθηναίοι μεν αλλά με επαγγέλματα όχι τόσο κολακευτικά. Σιγά να μην
έπαιρνε...τραβαγιέρη (οδηγό στα τραμ της εποχής).....μεγαλομπακάλη (την ταινία
ο «μπακαλόγατος» την ξέρετε όλοι....).....ή οδηγό τρίκυκλης μοτοσυκέτας
(«Εκτελούντε Μεταφορέ»). Αυτηνής τα όνειρά της ξεκινούσαν από δημόσιο υπάλληλο
και άνω (πέρα από το prestige,
έπρεπε και να εξασφαλιστεί δια βίου).
Τον
δημόσιο υπάλληλο που πάντα ονειρευόταν λοιπόν τον συνάντησε στην Αθήνα σε μια
βάφτιση. Ο υποψήφιος ήταν φίλος της οικογένειας του μωρού. Την είδε κι έπεσε
ξερός. Εκείνη φορούσε ένα κόκκινο φορεματάκι και η κατάμαυρη κοτσίδα της
στόλιζε σαν στέμμα το κεφάλι της. Στα χέρια της κρατούσε μια λεπτή εσάρπα
(Φινόπωρο γαρ ...) και στα πόδια της φορούσε ψηλοτάκουνα δίσολα πέδιλα με
μπαρέτα.....Μια πανέμορφη μελαχροινή οπτασία.
Της
έστειλε αμέσως προξενιά κι έγινε η πρώτη επίσημη συνάντηση στο σπίτι της
παντρεμένης αδελφής της. Ο γαμπρός της έπαιζε το ρόλο και του οικοδεσπότη αλλά
και του κηδεμόνα της υποψήφιας νύφης.
Πριν
γίνει η συνάντηση, η αδελφή της με τις φίλες της φρόντισαν να τη σουλουπώσουν
....κατά το δοκούν. Την πήγαν κομμωτήριο, της έκοψαν την παχιά μαύρη κοτσίδα
της και της έκαναν...περμανάντ. Την στόλισαν και της έβαλαν κι ένα κατακόκκινο
κραιγιόν.
Ο υποψήφιος μπαίνοντας, τη βλέπει και νιώθει να του έρχεται
το....εγκεφαλικό. Και είχε δίκιο ο χριστιανός.....γιατί «άλλη του
δείξανε....και άλλη του μπήξανε». Βέβαια, όπως και να το κάνουμε η
ομορφιά....είναι ομορφιά. Και είπε το «ναι».....με δύο όρους (για αρχή....μετά
έβαλε κι άλλους). Ο πρώτος όρος έλεγε ότι το μαλλί θα επανερχόταν στην φυσική
του κατάσταση και ο δεύτερος δεν ήταν μόνο προφορικός.....είχε και δράση.
Σηκώθηκε, έβγαλε το πάνινο μαντηλάκι του από το μικρό του το τσεπάκι.....την
πλησίασε.....της σκούπισε το κόκκινο κραιγιόν από τα σαστισμένα χειλάκια
της...τη φίλησε...και δείχνοντας τα υπολείμματα της μπογιάς στο μαντηλάκι
του.....της είπε «ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΘΑ ΤΟ ΞΑΝΑΒΑΛΕΙΣ ΠΟΤΕ....». Κι εκείνη, με χαμηλωμένα
τα μάτια της του είπε ...ΟΠΩΣ ΘΕΣ....(σιγά να μην έχανε τον Αθηναίο δημόσιο
υπάλληλο για ένα παλιοκραιγιόν).
Και
πράγματι, μπορεί για πρακτικούς λόγους να είχε πάντα κοντό το μαλλάκι της, όμως
δεν το έβαψε ποτέ και όχι μόνον δεν ξανάβαψε τα χείλη της αλλά δεν
χρησιμοποίησε κανένα απολύτως καλλυντικό πέρα από την κολώνια της.
Σαν
σήμερα λοιπόν, στις 25 Σεπτεμβρίου του 1949 στον (παλιό) Άγιο Ιωάννη της
λεωφ.Βουλιαγμένης ένωσαν τις ζωές τους οι γονείς μου .....και σας αφιερώνω την
ιστορία της γνωριμίας τους.
Να
είστε καλά.....πολλά πολλά φιλιά.